Η αγωνιώδης και υπαινικτική αφήγηση του Σαμ Σέπαρντ ξεκινά μ' έναν άνδρα στο σπίτι του, το χάραμα, ο οποίος περιστοιχισμένος από λεύκες και τα μακρινά ουρλιαχτά των κογιότ διαπλέει ήρεμα την απόσταση μεταξύ παρόντος και παρελθόντος. Σταδιακά, οι μνήμες τον κυριεύουν όλο και πιο πολύ: νοερά βλέπει τον εαυτό του σε τροχόσπιτο κινηματογραφικού συνεργείου, το νεανικό του πρόσωπο τον κοιτάζει από έναν καθρέφτη πλαισιωμένο με φωτάκια. Στα όνειρα και στα οράματά του βλέπει τον νεκρό πατέρα του, βλέπει τη χαμένη Αμερική της παιδικής του ηλικίας και, πιο εμμονικά, τη νεαρή ερωμένη του πατέρα του, με την οποία τα έμπλεξε και ο ίδιος, πυροδοτώντας έτσι μια τραγωδία που τον ακολουθεί ακόμα...
Το θεατρικό τέμπο, η ποιητική γλώσσα και το τραχύ χιούμορ αναμειγνύονται σ' αυτόν τον συναρπαστικό στοχασμό πάνω στη φύση της εμπειρίας, έναν στοχασμό θριαμβικό και συγχρόνως αλλόκοτα ονειρικό, σπαραχτικό και αξέχαστο. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
«Η πραγματικότητα είναι υπερτιμημένη. Αυτό που απομένει είναι τα λόγια γραμμένα σε ένα διόραμα που ξετυλίγεται μπροστά σου, σημάδια από σκονισμένες φωτογραφίες που ξεκολλούν από τη μνήμη, μια θρηνωδία χαμένων φωνών που πλανιούνται στις Μεγάλες Αμερικάνικες Πεδιάδες. Το "Ο άλλος μέσα του" είναι ένας άτλαντας συγχωνεύσεων, σημαδεμένος από την μπότα εκείνου που βαδίζει ενστικτωδώς, με ανοιχτά μάτια, στις εκτάσεις των απόκοσμων δρόμων του» (Πάττι Σμιθ)
«Εξαιρετικό απόσταγμα όλων των θεμάτων που σημάδεψαν την πορεία του» (Michiko Kakutani, The New York Times)
«Λόγος στοχαστικός και αποχαιρετιστήριος, με φόντο το παλλόμενο τοπίο της αμερικανικής φύσης» (Library Journal)
«Ατόφια η εκδοχή του Σέπαρντ για την Αμερική, μυθική και ρομαντική με τον δικό του μεταμοντέρνο τρόπο.
Ένα είδος μανιφέστου ακεραιότητας στην επιμονή του να μην προσφέρει στους αναγνώστες τις εύκολες απαντήσεις» (Chicago Tribune)
«Είναι εντυπωσιακό το πόσο ανάγλυφα μας δίνει ολόκληρη την πορεία του ως αφηγητή ιστοριών...» (Santa Fe New Mexican)